- Αἴσυμνος
- Αἴσυμνοςmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αίσυμνος — (αρχές 5ου αι. π.Χ.). Πολίτης των Μεγάρων που, μετά τον θάνατο του βασιλιά της πόλης Υπερίωνα, ρώτησε το Μαντείο των Δελφών με ποιον τρόπο θα ευτυχήσουν οι Μεγαρείς. Το Μαντείο απάντησε «όταν μετά των πλειόνων βουλεύσωνται». Οι Μεγαρείς νόμισαν… … Dictionary of Greek
Αἰσύμνων — Αἴσυμνος masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αἴσυμνον — Αἴσυμνος masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αισυμνώ — αἰσυμνῶ ( άω) (Α) 1. άρχω, κυβερνώ, διοικώ 2. κατέχω το αξίωμα τού αισυμνήτη*. [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολογίας. Αν δεν πρόκειται για δάνειο από κάποια ασιατική γλώσσα με βάση τον τ. αἰσυμν , που εκ τών υστέρων συνδέθηκε παρετυμολογικά προς το αἶσα … Dictionary of Greek
αισύμνιον — αἰσύμνιον, το (Α) τόπος συνεδριάσεως τών αρχόντων στα Μέγαρα. [ΕΤΥΜΟΛ. Η παραγωγή τής λ. μπορεί να ερμηνευθεί διαφοροτρόπως μπορεί να αποτελεί μεταρρηματικό σχηματισμό από το αἰσυμνάω, αλλά προκειμένου για δηλωτικά τόπων η παραγωγή από το όνομα… … Dictionary of Greek